ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ
Τα βασικά πλεονεκτήματα συνοψίζονται στην ταχύτητα επίλυσης των δικαστικών υποθέσεων, το χαμηλότερο κόστος, την εχεμύθεια και την αποκατάσταση ή και ανάπτυξη της σχέσης των μερών.
Ανάδειξη των συγκριτικών αυτών πλεονεκτημάτων γίνεται με εμφατικό τρόπο και στο γενικό μέρος της αιτιολογικής έκθεσης του ν. 4640/19 όπου επί λέξει αναφέρεται ότι η Διαμεσολάβηση προσφέρει την ελευθερία εξεύρεσης λύσεων από κοινού, σε σύντομο χρόνο, με μικρότερο οικονομικό κόστος, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει ουσιαστικά στην απλούστευση και βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Τούτο δε συμβαίνει, διότι η επίτευξη της διευθετήσεως μιας ιδιωτικής διαφοράς εκτός του συνηθισμένου μοντέλου της διαδικασίας που περατώνεται με την έκδοση δικαστικής απόφασης, έχει ως άμεση συνέπεια την μείωση του αριθμού των διαφορών που εισάγονται στα δικαστήρια και τη βελτίωση του χρόνου απονομής δικαιοσύνης στις υποθέσεις, όπου η έκδοση δικαστικής απόφασης αποτελεί τον ενδεδειγμένο και μόνο τρόπο για την αυθεντική επίλυσή τους. Επιπροσθέτως, τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης είναι σημαντικά στον τομέα της ενίσχυσης των οικονομικών συναλλαγών και της επιχειρηματικότητας δια της εξισορρόπησης των συμφερόντων και της εξεύρεσης λύσεων αποτελεσματικών και προσαρμοσμένων στις εκάστοτε ανάγκες των εμπλεκόμενων μερών.
Τόσο ο δικηγόρος, όσο και κάθε άλλος επαγγελματίας, που θα επιλέξει να εκπαιδευθεί και να διαπιστευτθεί ως Διαμεσολαβητής θα αποκτήσει έναν επιπλέον πολύ σημαντικό επαγγελματικό τίτλο. Η ενασχόληση με τη διαμεσολάβηση θα του προσθέσει νέα ύλη, δεδομένου ότι παράλληλα με την πρωτεύουσα επαγγελματική του ενασχόληση θα μπορεί να δραστηριοποιείται και ως Διαμεσολαβητής.
Σημειώνεται εδώ ένας κατ’ αρχήν αποκλεισμός από την άσκηση του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή για όσους υπηρετούν ως δημόσιοι, δημοτικοί και δικαστικοί υπάλληλοι ή υπάλληλοι νομικών προσώπων και ιδρυμάτων δημοσίου δικαίου, καθώς και για τους εν ενεργεία δικαστικούς ή δημόσιους λειτουργούς. Ωστόσο, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ. δύνανται να δραστηριοποιούνται ως διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές αποκλειστικά και μόνον στο πλαίσιο και για τις ανάγκες της υπηρεσίας τους. Από την ανωτέρω απαγόρευση πάντως εξαιρούνται όσοι δημόσιοι λειτουργοί παράλληλα ασκούν νομίμως ελεύθερο επάγγελμα. (αρθ. 12)
Το πεδίο δραστηριότητας και εφαρμογής της Διαμεσολάβησης συνεχώς διαμορφώνεται και ολοένα εξελίσσεται και διευρύνεται. Ενδεικτικό είναι το γεγονός της εισαγωγής της ΥΑΣ στις υποθέσεις της παρ. 6 παρ. 1 του ν. 4640/2019, με σκοπό τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην εναλλακτική επίλυση των διαφορών και την προαγωγή του φιλικού διακανονισμού, καθώς και την ενθάρρυνση της προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, με την καθιέρωση ενός σαφώς οριοθετημένου νομικού πλαισίου που διασφαλίζει ισόρροπη σχέση μεταξύ αυτής και των δικαστικών διαδικασιών και εδραιώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στον θεσμό. Συναφώς, εξάλλου επισημαίνεται και η εισαγωγή του θεσμού στις υποθέσεις της νομικής βοήθειας (αρθ. 31 Ν. 4640/19 όπως τροποποιήθηκε με τα αρθ. 34 και 35 Ν. 4745/2020) και σε αυτές των υπερχρεωμένων προσώπων (αρθ. 41 ν. 4745/2020).
Η αμοιβή του Διαμεσολαβητή προβλέπεται στο αρθ. 18 του νόμου 4640/2019 (βλ. αναλυτικότερα στο λήμμα «ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ»).
Πλέον ειδικότερα, ως προς τους δικηγόρους, η Διαμεσολάβηση αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για την αποτελεσματική διεκπεραίωση των υποθέσεων και για την ανάπτυξη αγαστής σχέσης με τον εντολέα τους, οι οποίοι θα μπορούν μέσω της συμμετοχής στη διαδικασία να αισθάνονται, ασφαλείς, ικανοποιημένοι και κερδισμένοι. Θα προσφέρουν τα υπηρεσίες τους σε συνθήκες νομικού πολιτισμού και σε χρόνο που τους διευκολύνει, Παραλλήλως, θα αναπτύξουν υπό μια νέα ιδιότητα και την καλή τους φήμη ως ικανοί και αποτελεσματικοί νομικοί παραστάτες, ώστε να προσελκύουν και νέες υποθέσεις δεκτικές άμεσης λύσης, που πιθανότατα δεν θα έφθαναν ποτέ ως ύλη στα επαγγελματικά τους γραφεία λόγω της εξαιτίας της σύνδεσής τους στη συλλογική συνείδηση με χρονοβόρες, ψυχοφθόρες και δαπανηρές δικαστικές διαδικασίες.